
Το Σύνταγμα της ελεύθερης Ελλάδας
Εισαγωγική παρουσίαση του Δημήτρη Καλτσώνη καθηγητή θεωρίας κράτους και δικαίου Πάντειο Πανεπιστήμιο
στον τόμο Γ. Αυδίκος – Δ. Καλτσώνης, Το Σύνταγμα της ελεύθερης Ελλάδας,
Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2022
Τα προβλήματα και τα αδιέξοδα φαντάζουν μεγαλύτερα από ποτέ. Στη χώρα μας αλλά και σε ολόκληρο τον πλανήτη οι κοινωνικές ανισότητες εντείνονται στο έπακρο, οι διενέξεις και οι πόλεμοι για την αναδιανομή των αγορών και των σφαιρών επιρροής βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη, η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος έχει λάβει επικίνδυνες διαστάσεις για το μέλλον της ανθρωπότητας. Η ανάγκη κοινωνικών αλλαγών και βαθύτατου μετασχηματισμού προβάλλει ολοένα και εντονότερα μετά την οικονομική κρίση του 2008 και την πανδημία.
Η υπόθεση της κοινωνικής αλλαγής δεν είναι πρωτίστως συνταγματικό ζήτημα. Η ιστορική εμπειρία δείχνει όμως ότι η διεκδίκηση αλλαγών όσο και η επίτευξη και υλοποίησή τους αποτυπώνονται πάντοτε με όρους συνταγματικούς και νομικούς. Γίνεται έτσι το Σύνταγμα όχι μόνο αντανάκλαση της εξελισσόμενης πραγματικότητας αλλά και ένα σημαντικό εργαλείο και όχημα των όποιων μεταβολών.
Κάθε σχέδιο Συντάγματος είναι σε ένα βαθμό άσκηση επί χάρτου. Δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη του συσχετισμού των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, τη δυναμική τους. Και ακριβώς η εξέλιξη του συσχετισμού των δυνάμεων, οι κάθε φορά ισορροπίες, η κυρίαρχη συνιστώσα είναι οι καθοριστικοί παράγοντες που διαμορφώνουν τη φυσιογνωμία ενός συνταγματικού κειμένου.
Κανείς δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αποκλείσει -το αντίθετο- ότι το αίτημα για κοινωνική αλλαγή ενδέχεται να λάβει σαρωτική μορφή και ρυθμό. Στον αιώνα των κρίσεων που διανύουμε, με τις πολύμορφες, θανάσιμες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα, οι επαναστάσεις και οι εξεγέρσεις είναι αναμενόμενες ακόμη και από τους πλέον συντηρητικούς αναλυτές της πολιτικής πραγματικότητας. Οι πλέον διορατικοί υποστηρικτές του καπιταλιστικού συστήματος σπεύδουν να προτείνουν επανενεργοποίηση του κράτους στην οικονομία και μερική αναδιανομή του πλούτου ώστε να αμβλυνθούν οι πιο ακραίες κοινωνικές ανισότητες και άρα να αποτραπούν οι κοινωνικές εκρήξεις1.
Οι μεγάλες κοινωνικές τομές αναδεικνύουν, συνήθως μέσα από διαδικασίες Συντακτικής Συνέλευσης, τα δικά τους συνταγματικά κείμενα, όπως συνέβη με τη γαλλική επανάσταση του 1789, τη σοσιαλιστική επανάσταση του 1917 και όσες ακολούθησαν. Το παρόν εγχείρημα δεν έχει να αντιμετωπίσει μια τέτοια προβληματική. Κάτι τέτοιο θα καθιστούσε εξωιστορική την προσπάθεια και άρα άγονη. Σκοπός δεν ήταν να “μαγειρέψουμε για τις κουζίνες του μέλλοντος”. Ήταν να καταδείξουμε τους δρόμους, τις κατευθύνσεις που πρέπει να ακολουθήσουν οι μεταβολές. Εκείνο που προσπαθήσαμε ήταν να κωδικοποιήσουμε σε συνταγματική μορφή μερικούς βασικούς άξονες κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών αλλαγών. Έγινε προσπάθεια να διαμορφωθούν πρωτότυπες λύσεις αλλά παράλληλα αντλήσαμε ιδέες από άλλα συνταγματικά κείμενα, όπως της Πορτογαλίας του 1976, της Βενεζουέλας, της Βολιβίας, το προοίμιο του Γαλλικού Συντάγματος του 1946, από το Ιταλικό Σύνταγμα του 1948, το σχέδιο αναθεώρησης του Χιλιανού Συντάγματος της κυβέρνησης Αλλιέντε, το σχέδιο Συντάγματος του Ρήγα Φεραίου, την εμπειρία της νομοθεσίας της εθνικής αντίστασης, τις προτάσεις της αντιπολίτευσης κατά την αναθεωρητική διαδικασία του 1975 και άλλα.
Οι άξονες αυτοί ξεκινούν από τη σημερινή, υπαρκτή κοινωνικο-πολιτική και συνταγματική πραγματικότητα, προκειμένου να είναι πιο σαφείς και κατανοητοί. Διατυπώνονται γι’ αυτό με τη μορφή προτεινόμενων τροποποιήσεων στο ισχύον Σύνταγμα του 1975/86/01/08/19. Οι τροποποιήσεις αυτές θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής αναθεωρητικής διαδικασίας με την απολύτως αναγκαία προϋπόθεση της ριζικής μεταβολής του συσχετισμού των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων σε όφελος των εργαζομένων.
Βέβαια, η ιστορική εμπειρία τόσο της δικής μας όσο και άλλων χωρών έχει δείξει ότι μια τέτοια ριζοσπαστική μεταβολή πιθανότατα δεν θα αρκεστεί στα στενά διαδικαστικά και άλλα πλαίσια μιας αναθεώρησης του Συντάγματος2. Ο ριζοσπαστισμός της θα τείνει να οδηγήσει σε μια Συντακτική Συνέλευση η οποία θα έχει τη δυνατότητα ευρύτερων και ριζοσπαστικότερων αλλαγών με την υιοθέτηση ενός εντελώς νέου Συντάγματος.
Οι προτεινόμενες εδώ αλλαγές αποτελούν ένα ελάχιστο που είναι αναγκαίο προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για μια άλλου τύπου δημοκρατία και μια άλλου τύπου κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη που έχει ανάγκη ο ελληνικός λαός. Εννοείται πως πολλά άλλα σημαντικά θέματα έμειναν εκτός της συγκεκριμένης αναθεωρητικής πρότασης. Η συνολική κατεύθυνσή τους όμως μπορεί να διευκολύνει τη μετάβαση και να οδηγήσει σε μια δημοκρατία γνήσια λαϊκή σε αντίθεση με τη σημερινή φθίνουσα δημοκρατία των αρχόντων, της οικονομικής ολιγαρχίας. Μπορεί να οδηγήσει στην πραγματική εθνική ανεξαρτησία της χώρας μας και στην άνθιση των παραγωγικών της δυνατοτήτων σε όφελος των εργαζομένων. Μπορεί δηλαδή να ανοίξει το δρόμο για έναν ελεύθερο λαό σε μια ελεύθερη Ελλάδα3.
Τέσσερεις κατηγορίες αλλαγών
Οι βασικότερες τροποποιήσεις που προτείνονται στο σχέδιο Συντάγματος μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τέσσερεις κατηγορίες.
Κατοχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας
Η πρώτη κατηγορία αφορά συνταγματικές αλλαγές που στόχο έχουν να κατοχυρώσουν πλήρως την εθνική ανεξαρτησία. Η χώρα μας, από τη συγκρότησή της ως κράτος, γνώρισε διαρκείς παρεμβάσεις του ξένου παράγοντα σε οικονομικό, πολιτικό, στρατιωτικό επίπεδο. Η κυρίαρχη τάξη ήταν και είναι στενά συνδεδεμένη μαζί του. Η σχέση αυτή, που σωρεύει πρόσθετα δεινά στον ελληνικό λαό, είχε και έχει συνταγματική έκφραση, άμεση ή έμμεση.
Το εγχείρημα για μια νέα, ουσιαστική δημοκρατία για το λαό και για μια νέου τύπου κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί επομένως παρά να ξεκινά από την κατοχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας. Προφανώς δεν είναι μόνο ζήτημα συνταγματικό. Ωστόσο οι σχετικές διατάξεις μπορούν να συμβάλλουν σε αυτό.
Οι κύριες τροποποιήσεις που προτείνονται αφορούν την εξάλειψη της δυνατότητας εγκατάστασης ξένων στρατιωτικών βάσεων στο έδαφος της πατρίδας μας (άρθρο 27). Αφορούν επίσης την κρίσιμη σχέση της χώρας με τους διεθνείς οργανισμούς οικονομικού χαρακτήρα, όπως η ΕΕ, το ΔΝΤ και άλλοι. Για το σκοπό αυτό υιοθετείται μια κατευθυντήρια διάταξη (άρθρο 28) που ορίζει ότι “οι οικονομικές σχέσεις με κράτη ή ξένες επιχειρήσεις πραγματοποιούνται σε συνθήκες ανεξαρτησίας, αμοιβαίου σεβασμού και ισότητας”, ότι “το κράτος δεν δέχεται επιβολή ή λεόντειους όρους από την πλευρά κρατών, αλλοδαπών τραπεζών και θεσμών, διεθνών οργανισμών ή πολυεθνικών εταιρειών” και ότι “συνθήκες ή συμβάσεις που συνήφθησαν σε καθεστώς ανισότητας ή που πλήττουν την εθνική κυριαρχία είναι άκυρες”. Ταυτόχρονα η όποια παραχώρηση αρμοδιοτήτων σε όργανα διεθνών οργανισμών μπορεί να γίνει μόνο με την αυξημένη πλειοψηφία των 3/5 των βουλευτών και με έγκριση του λαού σε δημοψήφισμα. Ήδη παραχωρηθείσες αρμοδιότητες μπορούν να ανακληθούν με δημοψήφισμα. Καταργείται η ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 28 και του άρθρου 80.
Δημοκρατία
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τροποποιήσεις που στόχο τους έχουν την ουσιαστικοποίηση της δημοκρατίας. Οι παρεμβάσεις διακρίνονται σε δυο υποομάδες. Η πρώτη έχει ως αντικείμενο την ενίσχυση της Βουλής, του κεντρικού αντιπροσωπευτικού οργάνου, το οποίο υπό το ισχύον Σύνταγμα έχει ένα μάλλον υποβαθμισμένο ρόλο σε όφελος της συγκέντρωσης της εξουσίας στα χέρια της κυβέρνησης.
Τέτοιες είναι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στα άρθρα 40 και 41, 48, 64 παρ. 2, 66, η προσθήκη της παρ. 3 στο άρθρο 77, οι προτάσεις που διατυπώνονται στα άρθρα 81 και 86. Σε ανάλογη λογική βρίσκονται οι αλλαγές που αφορούν στη Δικαιοσύνη και στις συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες των δικαστών (άρθρα 23, 29, 87 επ.).
Με τη δεύτερη υποομάδα αλλαγών επιδιώκεται η ενίσχυση των δεσμών του εκλογικού σώματος και της Βουλής και ο διαρκής έλεγχος του λαού επί των αντιπροσώπων του σε όλα τα επίπεδα. Μόνο έτσι μπορεί να αποκτήσει ουσιαστικό νόημα η όποια ενίσχυση της Βουλής και η ίδια η δημοκρατία. Υπάρχει δηλαδή ανάγκη ενίσχυσης και ουσιαστικοποίησης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας μέσω ισχυρών ενέσεων άμεσης δημοκρατίας.
Για το σκοπό αυτό προτείνεται η συνταγματική υιοθέτηση της απλής αναλογικής για κάθε εκλογική διαδικασία (άρθρα 54 και 102). Πολύ σημαντική είναι επίσης η δυνατότητα ανάκλησης των βουλευτών και των αντιπροσώπων στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (άρθρα 53 παρ. 4 και 102).
Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην ενίσχυση της λαϊκής συμμετοχής μέσω των θεσμών της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας και του δημοψηφίσματος με όρους που να διευκολύνουν πραγματικά την άσκησή τους (άρθρα 44, 73, 110 παρ. 4).
Στην κατηγορία αυτή υπάγεται και η προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 63 που στοχεύει στον περιορισμό των προκλητικά υψηλών αμοιβών των υπουργών και βουλευτών.
Στην ίδια αντίληψη ενίσχυσης του ρόλου του εκλογικού σώματος βρισκεται η προτεινόμενη επαναφορά στο άρθρο 32 παρ. 4 της προγενέστερης ρύθμισης για την ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας. Όταν η Βουλή δεν μπορεί να καταλήξει με αυξημένη πλειοψηφία – συναίνεση σε συγκεκριμένη επιλογή, η προσφυγή στο λαϊκό παράγοντα, τον ανώτατο κριτή, είναι επιβεβλημένη.
Όλες οι ανωτέρω αλλαγές μπορούν υπό προϋποθέσεις να επιτρέψουν στο λαό να καταλάβει την ουσιαστική θέση που του αρμόζει στη διακυβέρνηση της χώρας. Η ύπαρξη των συνταγματικών δυνατοτήτων από μόνη της δεν αρκεί. Απαιτείται να συντρέχουν οι ιδεολογικο-πολιτικοί και οργανωτικοί παράγοντες εκείνοι, που οδηγούν στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων. Από την άλλη, η κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, σε συνθήκες διαφοροποίησης του συσχετισμού των δυνάμεων, θα αναδείξει δίχως άλλο και άλλες μορφές ζωντανής λαϊκής συμμετοχής, όπως οι τοπικές συνελεύσεις και οι αντίστοιχες των εργαζομένων στους εργασιακούς χώρους, ενώ επί τάπητος θα τεθεί εκ των πραγμάτων η ανάγκη ριζικών δημοκρατικών ανατροπών στον κρατικό μηχανισμό. Χωρίς τέτοιες ανατροπές και επανασταστικό δημοκρατικό μετχασχηματισμό στη δημόσια διοίκηση, στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας, το όποιο εγχείρημα εκδημοκρατισμού θα είναι ευάλωτο. Το αποδεικνύουν ποικίλα ιστορικά πραδείγματα με κορυφαίο ίσως εκείνο της κυβέρνησης Αλλιέντε στη Χιλή4.
Αλλαγές στην οικονομία
Η τρίτη κατηγορία αλλαγών αφορά στις διατάξεις του λεγόμενου οικονομικού Συντάγματος. Η εμβάθυνση της δημοκρατίας χωρίς τομές στην οικονομία μένει μετέωρη και αναποτελεσματική. Επιλέχθηκε η παρέμβαση στα καίρια άρθρα 106 και 107. Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις διαγράφεται ένα περίγραμμα αναγκαίων και επιθυμητών μεταβολών. Η εξειδίκευσή του δεν μπορεί παρά να είναι αντικείμενο συγκεκριμένων νομοθετικών παρεμβάσεων στη νέα λογική των άρθρων.
Η βασική κατεύθυνση ορίζεται στο αναθεωρημένο άρθρο 106. Το κράτος οφείλει να χαράσσει την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη με βάση δημοκρατικά καταρτισμένο σχέδιο με τη συμμετοχή της Βουλής, των εργατικών συνδικάτων, των επιστημονικών ενώσεων, τους φορείς των μικρών και μεσαίων επαγγελματιών, των επιχειρηματιών. Το εθνικό σχέδιο ανάπτυξης θα έχει ως στόχο την άνοδο της κοινωνικής και οικονομικής ευημερίας του λαού και ιδίως των ασθενέστερων τάξεων και την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων στον πλούτο και στο εισόδημα.
Κύριος μοχλός για την επίτευξη των στόχων είναι η εθνικοποίηση των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας (άρθρο 106 παρ. 2). Παράλληλα, μέσω του τροποποιημένου άρθρου 107 διασφαλίζεται η ισότιμη συνεργασία με τα άλλα κράτη και τις ξένες επιχειρήσεις. Καταργούνται τα απαράδεκτα αναχρονιστικά προνόμια του εφοπλιστικού και ξένου κεφαλαίου, που ίσχυαν ήδη από το Σύνταγμα του 1952.
Τα δικαιώματα
Είναι αναμενόμενο ότι οι διατάξεις περί δικαιωμάτων εμπλουτίζονται και νοηματοδοτούνται με διαφορετικό τρόπο υπό το φως των παραπάνω αλλαγών. Η εθνικοποίηση των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων και ο πανεθνικός δημοκρατικός σχεδιασμός μπορούν να φέρουν τη ριζική αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου, την βαθμιαία εξάλειψη των ανισοτήτων και της εκμετάλλευσης, την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, την ανύψωση των δικαιωμάτων τους, την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Οι σχετικές τροποποιήσεις εντοπίζονται στην αναδιατύπωση των κοινωνικών δικαιωμάτων των άρθρων 21, 22, 23 και στην προσθήκη ενός νέου άρθρου 22Α.
Για την ανάταξη των ατομικών δικαιωμάτων και των συλλογικών ελευθεριών προκρίνονται αλλαγές κυρίως στα άρθρα 22 και 23 για την απεργία, στο άρθρο 3 (και σε άλλα συναφή) για το διαχωρισμό κράτους εκκλησίας. Απαιτούνται βέβαια και νομοθετικές παρεμβάσεις που θα καταργούν τους αντιδημοκρατικούς και αντισυνταγματικούς νόμους, όπως είναι για παράδειγμα οι ισχύοντες νόμοι περί συναθροίσεων ή περί απεργίας.
Τέλος, για το πολύ σοβαρό, ίσως μάλιστα κομβικό, θέμα του δικαιώματος στην πληροφόρηση, δεν προτείνεται κάποια ευρύτερη συνταγματική αλλαγή. Η παρ. 9 του άρθρου 14 και η προτεινόμενη παρ. 2 του άρθρου 15 δίνουν τη δυνατότητα ώστε με τις κατάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις και ρυθμίσεις να υλοποιηθεί ο αναγκαίος δημοκρατικός λαϊκός έλεγχος, που σήμερα δεν υφίσταται.
Η ασυδοσία των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων στο χώρο της ενημέρωσης θα πρέπει να καταργηθεί καθώς είναι ασύμβατη με την ίδια την έννοια του δικαιώματος στην πληροφόρηση αλλά και την ουσία της δημοκρατίας. Η ιστορική εμπειρία έχει δείξει, τόσο εδώ όσο και σε άλλες χώρες, τον επικίνδυνο για τη δημοκρατία ρόλο της παραπληροφόρησης, η οποία εκπορεύεται από τα ελεγχόμενα από το μεγάλο κεφάλαιο μέσα ενημέρωσης.
Η παρούσα συνταγματική πρόταση παραδίδεται στο αναγνωστικό κοινό με τη φιλοδοξία να συμβάλλει στο σύγχρονο νομικοπολιτικό προβληματισμό. Δεν απευθύνεται μόνο σε νομικούς ή πολιτικούς επιστήμονες. Πρόκεται για ένα σχέδιο ριζοσπαστικού Συντάγματος με απώτερο στόχο μια νέα, ελεύθερη Ελλάδα και έναν ελεύθερο λαό.