του Γιώργου Παπαγιαννόπουλου

Από την “καθ΄ημάς” Ανατολή προς την Δύση…

Μέσα σε λίγες αράδες θα περιγράψω την πορεία των τελευταίων δύο αιώνων του Νέου Ελληνισμού, συνυφασμένου με την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους. Κυρίαρχο  το θέμα της Ταυτότητας πρωτίστως. Στο Πρότυπο Βασίλειο, στην καθ΄ ημάς Ανατολή, στην Ψωροκώσταινα. Στην νέο-αποικία, στο ξέφραγο αμπέλι. Ανάμεσα στα άλλα, να εντοπίσω  κάτι που παραμένει διαχρονικό: την μετανάστευση – αναφέρομαι εδώ στους Ελληνικούς και Χριστιανικούς πληθυσμούς- (σήμερα των νέων επιστημόνων, της εργατιάς τις προηγούμενες δεκαετίες μετά το τέλος του Β΄παγκοσμίου πολέμου) προς την Δύση, την ίδια στιγμή της υποδοχής εδώ των εξ Ανατολών προερχομένων. Αυτή η διαδικασία συντελεί στην μορφοποίηση της Νεώτερης εκδοχής του Ελληνικού Έθνους, την εμπλουτίζει με μια διαρκή κίνηση,μια αέναη κινητικότητα. Ένα Έθνος που ερωτοτροπεί με τους εμφύλιους- από αρχαιοτάτων-, διχασμένο, που εντούτοις ενώνεται και μεγαλουργεί  σε ώρες ανάγκης, μιλάει την ίδια γλώσσα, συνθέτει έναν σύγχρονο εαυτό μέσα στον αιματηρό 20ο αιώνα. “Κινούμενοι πάντα αμφίπλευρα: πρόσφυγες εξ Ανατολών, μετανάστες προς Δυσμάς.”
Επιτρέψτε μου να περιγράψω  το γεγονός, παραθέτοντας εδώ ένα απόσπασμα από  βιβλίο μου που αναφέρεται στην Σκόνη:
«Είναι η σκόνη που σηκώθηκε απ΄ τα μυριάδες πόδια ενός συνεχώς μετακινούμενου πληθυσμού, άλλοτε αργόσυρτου πολυάριθμου άλλοτε ευέλικτου ολιγάριθμου, ενίοτε κυνηγημένου και πετσοκομμένου, που τους τελευταίους αιώνες βάδιζε όπισθεν, προς το αρχέγονο σημείο εκκίνησης του, στην νότια κατάληξη της Βαλκανικής χερσονήσου και την θάλασσα του Αιγαίου, αναζητώντας σιγουριά στα διάφανα νερά, για να ξαναδεί τον εαυτό του, να ξαναρχίσει. Μια πιθανή στάση πριν την νέα Οδύσσεια; Αυτός ο λαός που δεν φοβήθηκε τ ΄αλισβερίσι, που έγινε πέρασμα και γιοφύρι, ψυχούλα και κερί μισολυωμένο, Άτλαντας κι΄ αγρίμι καταδικάστηκε από τον θρασύδειλο εισβολέα, πρόσφατο και πρόσκαιρο γείτονα καθώς και την απερίγραπτη ανεπάρκεια των ηγετών του, να ζει σε μια γωνιά της Βαλκανικής. Ακρωτηριασμένος, με σώμα λειψό. Στριμωγμένος ανάμεσα σε ανταγωνιστικές δυνάμεις. Που αντί για ευχαριστώ θέλουν και το μετόχι που του απόμεινε. Για να καταλήξουν οι πληθυσμοί σε τούτο το μετόχι έκαναν δρόμο πολύ. Συνεχώς πιεζόμενοι μετακινούνταν προς Δυσμάς. Κατάφεραν προς στιγμήν να μην τους συμπαρασύρει ο αέρας προς κάθε κατεύθυνση, γίνουν σκορποχώρι και χαθούν, βάλαν στόχο να πηγαίνουν σταθερά προς την Εσπερία. Ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται. Έτσι απέκτησαν ξαφνικά την ψευδαίσθηση πως θα τους βοηθούσαν οι πρώην βάρβαροι. Μα σαν έφτασαν, σαστίσαν. Γιατί είχαν αφήσει πίσω τους ότι τους διαφοροποιούσε από τους άλλους, στοιχεία ακατανόητα εν πολλοίς για τους απόγονους τους. Όσο για τους Φράγκους, σαν τους είδαν ξεράθηκαν στα γέλια, άμα είσαι ξεβράκωτος δεν σε γουστάρει ούτε η μάνα σου. Μα οι αρχηγοί τους, αυτοί που τους οδηγούσαν είχαν άγνοια και κει που φαντάζονταν πως θα ξαναγίνονταν αρχόντοι, στους νέους τόπους, κατέληξαν πανδοχείς. Φτωχομπινέδες, καμάκια ,μεταπράτες στην καλύτερη. Αφήσαν πίσω την ψυχή τους και πήραν φραγκοδίφραγκα, περίπτερα, οικοπεδάκια. Χτίσανε παντού αυθαίρετα κοροϊδεύοντας τον εαυτό τους.» (Γιώργου Παπαγιαννόπουλου; “2017- Η Ελλάδα υπό Νέο-Οθωμανική Κατοχή”, Εναλλακτικές εκδόσεις,Αθήνα 2009)
Ανατολή ή Δύση; Και Δύση και Ανατολή….
Όλα εδώ, Όλοι εδώ. Στο χωνευτήρι. Στην ακρογωνιά.”Στα διάσελα της ιστορίας” (Μανώλης Γλέζος).