Από το 1ο στο 2ο Συνέδριο

Συνέχεια και υπέρβαση

Το Πρώτο Συνέδριο αποτέλεσε κατά κοινή ομολογία το σημαντικό πρώτο βήμα της προσπάθειάς μας, επιδιώκοντας να φέρει στο επίκεντρο το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας, να αποτελέσει σημείο συνάντησης και διαλόγου ανθρώπων που αγωνιούν για το παρόν και το μέλλον του τόπου, να δοκιμάσει έναν πρωτότυπο υβριδικό –επιστημονικό και πολιτικό– τρόπο προσέγγισης των ζητημάτων. Πάνω σε αυτή τη θετική παρακαταθήκη πατάει το Δεύτερο Συνέδριο, φιλοδοξώντας να πάει ένα βήμα παρακάτω, με ομοιότητες αλλά και σημαντικές διαφορές.

Επιμονή στη συνάντηση των επιμέρους θεμάτων

Το Πρώτο Συνέδριο κατέδειξε πόσο σημαντικό είναι να μην μελετώνται αποσπασματικά τα μεγάλα προβλήματα της χώρας, αλλά να αναδεικνύεται διαρκώς η μεταξύ τους συνάφεια, καθώς και η σύνδεσή τους με διεθνείς τάσεις και εξελίξεις. Οικονομία, πολιτική, πολιτισμός, παιδεία, υγεία, πόλεμος, περιβάλλον, εθνικά ζητήματα· όλα συνδέονται και συγκροτούν το πλέγμα που συνθέτει το υπαρξιακό πρόβλημα της Ελλάδας. Το Δεύτερο Συνέδριο επιμένει ακόμη περισσότερο σε αυτή τη συνολική θεώρηση. Κάθε θεματική δεν αντιμετωπίζεται ως αυτόνομο ζήτημα, αλλά ως κομμάτι ενός ενιαίου παζλ, όπου η κατανόηση του ενός φωτίζει και τα υπόλοιπα. Η συνάντηση των επιμέρους θεμάτων δημιουργεί έτσι μια πολύτιμη βάση για την αναζήτηση μιας στρατηγικής που δεν θα μένει στα μερικά, αλλά θα αγγίζει τη ρίζα των ζητημάτων.

Ανοιχτότητα και περισσότερες συνέργειες

Το Πρώτο Συνέδριο έθεσε τα θεμέλια για τη συνάντηση διαφορετικών μεταξύ τους προσεγγίσεων. Στο Δεύτερο Συνέδριο επιδιώκουμε να διευρύνουμε ακόμη περισσότερο τον ορίζοντα, να ανοίξουμε τον διάλογο, ως απαραίτητο όρο για να προκύψουν συνθέσεις και κοινοί τόποι. Στόχος δεν είναι η συγκέντρωση απόψεων σε έναν κλειστό κύκλο ειδικών, αλλά η διαμόρφωση ενός χώρου όπου πανεπιστημιακοί, ερευνητές, καλλιτέχνες, άνθρωποι της εργασίας και της κοινωνίας συναντιούνται ισότιμα. Η ανοιχτότητα αυτή εκφράζεται και μέσα από συνέργειες με εργαστήρια, φορείς, συλλογικότητες και κινήσεις πολιτών που αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση του προγράμματος. Το Συνέδριο έτσι δεν περιορίζεται σε μια καταγραφή διαπιστώσεων, αλλά δημιουργεί τις συνθήκες για ζυμώσεις, ανταλλαγές και κοινές επεξεργασίες που ενισχύουν την αξιοπιστία και το εύρος της προσπάθειας.

Διάρθρωση των θεματικών και του προγράμματος

Η διάρθρωση του Δεύτερου Συνεδρίου διαφοροποιείται αισθητά σε σχέση με το Πρώτο. Στο Πρώτο υπήρχαν 7 μεγάλες θεματικές ενότητες, σε δύο μέρες, με πολλές εισηγήσεις ανά θεματική, καταγράφοντας και αναλύοντας πλευρές του προβλήματος. Στο Δεύτερο θέλουμε να δοκιμάσουμε διαφορετικές μορφές παρουσίασης και διαλόγου, συνδυάζοντας ολομελειακά θεματικά πάνελ, εργαστήρια και κεντρικές ομιλίες, στις τρεις μέρες των εργασιών του.Έτσι, το πρόγραμμα γίνεται πιο λειτουργικό, επιτρέπει τη συμμετοχή περισσοτέρων και δίνει χώρο σε πιο πρακτικές ή ειδικού ενδιαφέροντος συζητήσεις. Η επιλογή αυτή αποσκοπεί στο να ενισχύσει τη διαδραστικότητα και να προσφέρει δυνατότητες εμβάθυνσης σε πιο εξειδικευμένα ζητήματα, που συχνά μένουν στο περιθώριο των κεντρικών συνεδριάσεων.

Περισσότερος χώρος για συζήτηση

Ένα από τα βασικά διδάγματα του Πρώτου Συνεδρίου ήταν ότι η συζήτηση και η ανταλλαγή απόψεων είναι εξίσου σημαντικές με τις εισηγήσεις. Γι’ αυτό το Δεύτερο Συνέδριο αφιερώνει περισσότερο χρόνο στον διάλογο. Τα εργαστήρια και μια πιο προετοιμασμένη συνέλευση στο τέλος της διαδικασίας, αλλά και η προπαρασκευή στον χρόνο που απομένει μέχρι το Συνέδριο, με τη δημοσίευση κειμένων συμβολής και αναλύσεων, θέλουμε να δημιουργήσουν συνθήκες ουσιαστικής επικοινωνίας, όπου οι συμμετέχοντες μπορούν να τοποθετηθούν, να αντιπαρατεθούν, να αναδείξουν εμπειρίες και να διαμορφώσουν από κοινού σκέψεις. Αυτή η επιλογή μετατρέπει το Συνέδριο από έναν τόπο απλής παρουσίασης σε έναν χώρο διαμόρφωσης συλλογικής γνώσης, που είναι προϋπόθεση για κάθε σοβαρή απάντηση στο υπαρξιακό πρόβλημα. Αυτή η επιλογή μετατρέπει το Συνέδριο από τόπο απλής παρουσίασης σε χώρο διαμόρφωσης συλλογικής γνώσης – προϋπόθεση για κάθε σοβαρή απάντηση στο υπαρξιακό πρόβλημα.

Από τις διαπιστώσεις στη διερεύνηση απαντήσεων

Το Πρώτο Συνέδριο είχε ως κύριο καθήκον να αναδείξει το πρόβλημα, να το περιγράψει στις πραγματικές του διαστάσεις και να φωτίσει τις ρίζες του. Το δεύτερο, πατώντας σε αυτή τη βάση, προχωράει ένα βήμα παραπέρα: Θέτει στο επίκεντρο τη δύσκολη αλλά αναγκαία προσπάθεια αναζήτησης απαντήσεων. Δεν περιορίζεται στη διάγνωση, αλλά επιχειρεί να εξετάσει εναλλακτικές πορείες και προτάσεις που θα μπορούσαν να συγκροτήσουν μια νέα στρατηγική για τη χώρα. Από τις ιδιωτικοποιήσεις και την παραγωγική ανασυγκρότηση μέχρι το πολιτικό σύστημα και τη θέση της Ελλάδας στον κόσμο, το Δεύτερο Συνέδριο αναζητά κεντρικές ιδέες, όρους και προϋποθέσεις για μια πορεία διαφορετική. Έτσι, δίνει πολιτικό βάθος στην προσπάθεια, συνδέοντας την ανάλυση με την πράξη.

Αναζητώντας τους όρους μιας πιο μόνιμης συγκρότησης

Η κορυφαία τέλος διαφορά του Δεύτερου Συνεδρίου είναι ότι θέτει πιο καθαρά το ζήτημα της συγκρότησης ενός συλλογικού υποκειμένου, όχι ως κάτι προκατασκευασμένο αλλά ως μια διαδικασία στην οποία δεσμευόμαστε να συμβάλλουμε. Η εμπειρία του Πρώτου Συνέδριου έδειξε ότι υπάρχει ένα υπαρκτό δυναμικό ανθρώπων, ιδεών και αγωνιών που μπορεί να συνδεθεί δημιουργικά. Όμως για να αποκτήσει μια τέτοια προσπάθεια μόνιμο χαρακτήρα χρειάζονται όροι συνέχειας, δέσμευσης και συλλογικής δουλειάς. Το Δεύτερο Συνέδριο θέλουμε να αποτελέσει έναν σταθμό που θα μας φέρει πιο κοντά σε αυτό, θα βάλει τις βάσεις, θα συντονίσει ανάγκες και επιθυμίες, θα περιγράψει τρόπους και βηματισμό, θα τροφοδοτήσει με τεκμηρίωση και πολιτικές ιδέες.

Μοιραστείτε το κείμενο:

Description

Σχετικά άρθρα