του Δημητρίου Τσαϊλά *

Οι στρατιωτικές ασκήσεις και οι αναλύσεις αποκαλύπτουν ότι για τον Ελληνισμό δεν υπάρχουν ευχάριστοι τρόποι να νικήσει τη στρατηγική της Τουρκίας. Ο κύριος προβληματισμός είναι πώς να διατηρήσουμε τη στρατηγική σταθερότητα και θα αποτρέψουμε με αυτό τον τρόπο έναν συστημικό πόλεμο διασφαλίζοντας ότι η αποτροπή θα παραμείνει αξιόπιστη. Για το σκοπό αυτό, έχουν ξεκινήσει συζητήσεις για την ανθεκτικότητα, τη μελλοντική δομή δυνάμεων, την καινοτομία και τη βιομηχανία, την πολιτική, τη στρατηγική και την τεχνολογία και τέλος την αποτροπή. Το ερώτημα όμως που παραμένει είναι τι θα συμβεί αν αποτύχει η αποτροπή;

Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι θα μπορούσε να είναι η αρχή ενός καταστροφικού γενικευμένου πολέμου που σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα θα κάλυπτε όλο τον κυβερνοχώρο και το υβριδικό φάσμα της σύγκρουσης. Η βασική υπόθεση σε μεγάλο μέρος της συζήτησης είναι η διάθεση των πόρων, της ανάπτυξης ανθεκτικότητας, αλλά πάνω από όλα η επαρκής μαχητική ισχύς για να ενεργούν ως υψηλού επιπέδου πρώτες ανταποκρίσεις σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και να ενεργούν ως μέρος μιας σχέσης ασφάλειας.

Απαιτούνται πλέον σκληρές επιλογές και ριζοσπαστικές λύσεις μαζί με μια νέα εταιρική σχέση μεταξύ πολιτικών ηγετών, επαγγελματιών, βιομηχανίας και εμπειρογνωμόνων για να διασφαλιστούν αποφάσεις για την αύξηση των επενδύσεων στον τομέα της άμυνας που θα διατηρηθούν και θα εφαρμοστούν σωστά ως μέρος μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής θεώρησης της αποτροπής και της άμυνας μας.

Η τρέχουσα ελληνοτουρκική προκλητικότητα είναι συνέπεια μιας σειράς κρίσεων που πλήττουν τον Ελληνισμό από το 1974, αποσταθεροποιώντας το γεωπολιτικό χώρο και το συμμαχικό αμυντικό σύστημα του ΝΑΤΟ όποτε υπήρχε μια μετατόπιση ισχύος και πλούτου προς την Τουρκία. Ωστόσο, οι ίδιες κρίσεις αυξάνουν την πιθανότητα στρατιωτικού τυχοδιωκτισμού καθώς ο αυταρχικός πρόεδρος Ερντογάν επιδιώκει να διατηρηθεί στην εξουσία. Αυτή η προκλητικότητα έχει επιδεινωθεί και μεγιστοποιηθεί στην Τουρκία από ψευδείς υποθέσεις και παράλογες απαιτήσεις που ευνοούν την εντύπωση της περιφερειακής επιρροής και όχι το γεγονός της.

Η Τουρκία προσπαθεί να αναπτύσσει πλοία σε διεκδικούμενη από τον Ελληνισμό ΑΟΖ για να μας στερήσει από τα δικαιώματά μας βάσει του διεθνούς δικαίου. Επίσης προσπαθεί να ξεφεύγει από την ανομία χρησιμοποιώντας μη στρατιωτικές θαλάσσιες υπηρεσίες για να εδραιώσει τις αξιώσεις της. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία απέχει από τη χρήση βίας σε περιφερειακές διαμάχες. Η τουρκική ακτοφυλακή χρησιμοποιεί βία όλη την ώρα, αλλά απέχουν από την απροκάλυπτη χρήση ένοπλης δύναμης. Οι Τούρκοι διακινητές με παράνομα σκάφη όπου στοιβάζουν πρόσφυγες πλημμυρίζουν το ανατολικό Αιγαίο σε μεγάλους αριθμούς, αψηφώντας τις προσπάθειες αστυνόμευσης των χωρικών υδάτων. Μόλις διαταραχθεί η ισορροπία ισχύος υπέρ της, εκτιμά ότι θα της δώσουν τη δυνατότητα να κλιμακώσει μια σύγκρουση παραμένοντας κάτω από το κατώφλι του γενικευμένου πολέμου.

Εμείς πρέπει να τηρήσουμε την ισορροπία ισχύος εκβιάζοντας την Τουρκία να τραβήξει τη σκανδάλη πρώτα και να εκτεθεί για την αρπακτική της διάθεση ή να αποκλιμακώσει σε μη καταναγκαστική ναυτική διπλωματία. Ως εκ τούτου, ο Ελληνισμός θα χρειαστεί μια υψηλού επιπέδου στρατιωτική δύναμη πρώτης ανταπόκρισης που θα μπορεί να δράσει από τον βυθό της θάλασσας μέχρι το διάστημα σε όλους τους τομείς του αέρα, της θάλασσας, της ξηράς, του κυβερνοχώρου, του διαστήματος, των πληροφοριών και της γνώσης με αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα. Μια στρατιωτική δύναμη επαρκούς ελιγμού για να είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε οποιαδήποτε απειλή από το Αιγαίο έως τη Μεσόγειο. Μια δύναμη χτισμένη πάνω και γύρω από τις τεχνολογίες που εισέρχονται και διαμορφώνουν τον χώρο της μάχης, όπως τεχνητή νοημοσύνη, υπερηχητικοί πύραυλοι βαθιάς κρούσης, έξυπνα και μη έξυπνα σμήνη drone και νανοτεχνολογίες.

Ενώ πολλές από τις προκλήσεις είναι τεχνολογικές, η τεχνολογία δεν είναι το σημαντικό πρόβλημα, αλλά η προσαρμογή και η διατήρηση της προόδου στην προσαρμογή στο νέο στρατηγικό περιβάλλον. Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις πρέπει να είναι έτοιμες με αυτοπεποίθηση να δώσουν τον αγώνα παντού, αλλά αυτή η φιλοδοξία απαιτεί να συνεχίσουμε τις προσπάθειές να καταστούμε ικανοί στους πολλούς τομείς του αέρα, της θάλασσας, της ξηράς, του κυβερνοχώρου, του διαστήματος, των πληροφοριών και της γνώσης.
Τέτοιες καινοτομίες είναι όλες προς όφελος μας, αλλά πρέπει ταυτόχρονα να βρίσκονται στη σκηνή του ανταγωνισμού της γκρίζας ζώνης για να τις χειριστούμε. Η καλύτερη ικανότητα στον κόσμο δεν προξενεί καμία διαφορά εκτός και αν τη χρησιμοποιήσετε. Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι μας πρέπει να κάνουν τη συνειδητή στρατηγική επιλογή να ανταγωνιστούν την Τουρκία στη γκρίζα ζώνη. Αυτό σημαίνει ενίσχυση της μόνιμης παρουσίας στις αμφισβητούμενες από την Τουρκία θαλάσσιες ζώνες με τη μορφή ναυτικών δυνάμεων, πλοίων και αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας, των δυνάμεων των νήσων στρατού ξηράς και της Ακτοφυλακής. Με άλλα λόγια, σημαίνει να παραμερίσουμε την προηγούμενη πρακτική του να εμφανιζόμαστε ισχυροί και αποφασισμένοι όποτε απειλούμαστε και μετά να απομακρυνόμαστε. Αυτή η πρακτική παραχωρεί το αμφισβητούμενο έδαφος στην Τουρκία, η οποία είναι πάντα εκεί.

Η αποτροπή είναι η βασική υπόθεση όλων μας, με μοναδικό στόχο να πείσουμε τον αντίπαλο, ότι μια επίθεση στον Ελληνισμό απλά δεν θα αξίζει το ρίσκο. Απαιτείται επίσης μια νέα έννοια της αποτροπής, η οποία να βασίζεται σε μια ισορροπία μεταξύ της ενισχυμένης προστασίας των Ελλήνων, της κοινωνικής ανθεκτικότητας και της προβολής ισχύος. Η «παραδοσιακή» αποτροπή πρέπει τώρα να ενισχυθεί με την αποτροπή πληροφοριών και την αποτροπή στον κυβερνοχώρο, συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας για επιθετική δράση.

*Σύντομο βιογραφικό σημείωμα

Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI). Συγγραφέας του βιβλίου «Ο Σύγχρονος Πόλεμος» Προκλήσεις για την Ελληνική Ασφάλεια.