Η Ελλάδα μπροστά στη θεσμοθέτηση ιδιωτικών κέντρων αιμοδοσίας
Με αφορμή την επικείμενη θεσμοθέτηση ιδιωτικών κέντρων συλλογής πλάσματος από το Υπουργείο Υγείας –ένα μέτρο που συζητείται εντατικά στη νομοπαρασκευαστική διαδικασία και το οποίο αναμένεται να κατατεθεί για ψήφιση– ανοίγει για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια συζήτηση μεγάλης σημασίας: τι σημαίνει να επιτρέψουμε την εμπορευματοποίηση ενός μέρους του ανθρώπινου σώματος; Πρόκειται για μια τεχνική, ουδέτερη μεταρρύθμιση ή για μια μεγάλη στροφή από την αλληλεγγύη στη συναλλαγή;
Εν όψει της επικείμενης εμπορευματοποίησης του πλάσματος στη χώρα μας, παρατηρούμε ότι στο δημόσιο διάλογο επιστρατεύονται οι ιδεολόγοι φιλόσοφοι του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, της σχολής του λεγόμενου libertarianism – μιας ιδεολογίας που τοποθετεί την αγορά πάνω από κάθε ηθικό ή κοινωνικό περιορισμό προκειμένου να παραγκωνίσει τις φωνές των ειδικών στη δημόσια υγεία. Φιλόσοφοι όπως οι Peter M. Jaworski, Jason Brennan, Julian Savulescu και άλλοι γνωστοί εκπρόσωποι της libertarian σχολής προβάλλονται τα τελευταία χρόνια ως ειδικοί σε ζητήματα δωρεάς πλάσματος, χωρίς ωστόσο να έχουν καμία σχέση με τον χώρο της αιμοδοσίας, των μεταγγίσεων και της ιατρικής. Έχουν αναγορευθεί ως εκφραστές μιας «αγοραίας βιοηθικής», μιας φιλοσοφικής κατασκευής με πολιτική αποστολή, ώστε να προσφέρουν το «ηθικό άλλοθι» για επιθετικές στρατηγικές της φαρμακοβιομηχανίας πλάσματος, μιας από τις πιο κερδοφόρες παγκοσμίως. Η ιδεολογική τους θέση είναι ότι το ανθρώπινο σώμα είναι ιδιοκτησία, άρα μπορεί να γίνει αντικείμενο συναλλαγής. Στη λογική τους, η απαγόρευση πώλησης πλάσματος ή οργάνων είναι απλώς «ηθική προκατάληψη».
Το ισχυρότερο επιστημονικό αντίβαρο σε αυτές τις απόψεις αποδεικνύει ότι η πληρωμένη πλασματοδοσία δεν είναι ασφαλής και δεν είναι βιώσιμη. Σύμφωνα με τη μελέτη των Greinacher et al. (2022) στο The Lancet Regional Health – Europe, το πληρωμένο μοντέλο πλασματοδοσίας θέτει σοβαρούς κινδύνους στους δότες. Σε χώρες όπως η Τσεχία, όπου ένας δότης μπορεί να δίνει πλάσμα με συχνότητα έως 104 δωρεές τον χρόνο, οι παρενέργειες περιλαμβάνουν πτώση ανοσοσφαιρινών, μείωση αλβουμίνης, επιβάρυνση συνολικών πρωτεϊνών και μακροχρόνια εξάντληση. Ως εκ τούτου, οι δότες αυτοί δεν μπορούν να δώσουν ολικό αίμα: το σώμα τους βρίσκεται σε συνεχή κατάσταση αναπλήρωσης. Παράλληλα και ο δέκτης της δωρεάς τίθεται σε κίνδυνο, καθώς η αμοιβή προσελκύει συχνά κοινωνικοοικονομικά ευάλωτους δότες («δότες ανάγκης»), οι οποίοι μπορεί να αποκρύψουν παράγοντες κινδύνου για να μη χάσουν το οικονομικό όφελος.
Το πληρωμένο πλάσμα δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο: εξαντλεί τους δότες, εκθέτει τους λήπτες σε κίνδυνο και αποσπά πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό από την εθελοντική αιμοδοσία.
Η Ελλάδα και η Τσεχία έχουν σχεδόν τον ίδιο πληθυσμό (~10,3-10,5 εκατ.). Η Ελλάδα συλλέγει περίπου 600.000 μονάδες αίματος τον χρόνο, εκ των οποίων το 63-68% προέρχεται από εθελοντές, ενώ το υπόλοιπο 32-37% παραμένει συγγενική αιμοδοσία. Η Τσεχία, αντιθέτως, συλλέγει περίπου 450.000 μονάδες αίματος τον χρόνο, παρότι διαθέτει ευρύ δίκτυο πληρωμένων κέντρων πλάσματος, τα οποία ανήκουν σε πολυεθνικές εταιρείες.
Συμπέρασμα: η Ελλάδα, χωρίς καμία αμειβόμενη πλασματοδοσία, συλλέγει περισσότερο ολικό αίμα από την Τσεχία – παρά το ότι η Τσεχία διαθέτει «βιομηχανική» παραγωγή πλάσματος.
Αν επιτραπεί η λειτουργία ιδιωτικών κέντρων πληρωμένης συλλογής πλάσματος στην Ελλάδα, τα αποτελέσματα θα είναι τριπλά: υγειονομικός κίνδυνος για τους δότες, ρήγμα στην επάρκεια ολικού αίματος και κατάρρευση της κουλτούρας αλληλεγγύης. Η Ελλάδα έχτισε την αιμοδοσία της πάνω σε εθελοντές. Αν μπει η αποζημίωση, αλλάζει η φιλοσοφία: από προσφορά σε συναλλαγή. Και όταν η υγεία γίνει συναλλαγή, η κοινωνία χάνει κάτι πολύ βαθύτερο από μονάδες αίματος.
Η συζήτηση για την ιδιωτική πλασματοδοσία δεν είναι τεχνική. Είναι ηθική, επιστημονική, κοινωνική και βαθιά πολιτική. Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά στην πιο επικίνδυνη αλλαγή της δημόσιας αιμοδοσίας. Σημείωση: Σήμερα το ΕΚΕΑ, στο πλαίσιο διακρατικών συμβάσεων, εξάγει πλάσμα σε ευρωπαϊκά κέντρα κλασματοποίησης χωρίς αμοιβή, ώστε να μετατραπεί σε φάρμακα τα οποία η χώρα επαναγοράζει. Η εισαγωγή ιδιωτικών κέντρων αμειβόμενης πλασματοδοσίας ανατρέπει αυτό το πλαίσιο.
