Η Οικογένεια σε μεταβατικό στάδιο: Κατά τον 20ο αιώνα έχουν συντελεστεί μεγάλες κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές, που επηρεάζουν ήδη τον συλλογικό και ατομικό βίο των ανθρώπων.
Η σημαντικότερη ίσως από τις μεταβολές, αφορά την εξέλιξη των ανεπτυγμένων κοινωνιών από παραδοσιακές –αγροτικές , όπου άξονας οργάνωσης ήταν η ομάδα και η κοινότητα ,σε αστικές- βιομηχανικές με άξονα οργάνωσης το άτομο.
Ο ατομισμός αυτός , έχει υποστηριχτεί (Γιώργας,1995), ότι συμβάλει στην εξασθένηση της αλληλεγγύης και της κοινωνικότητας, γεγονός που επηρεάζει τις συνθήκες που διαβιούν οι διαφορετικές γενεές μέσα στην οικογένεια ,ώστε να επηρεάζεται σημαντικά η δομή της.
Στο βαθμό που η δομή αποτελεί στοιχείο του θεσμού της οικογένειας , καθώς μεταβάλλονται οι ρόλοι και η ιεράρχηση των στόχων, μεταβάλλεται και ο θεσμός. Παράγοντες που επηρεάζουν την μεταβολή αυτή θα μπορούσαν να αναφερθούν, η μεταβολή της θέσης των γυναικών και του ρόλου συζύγου μητέρας, η μεταβολή της κοινωνικής θέσης των παιδιών, καθώς και η μεταβολή της εξουσίας μέσα σε αυτή, γεγονός που δημιουργεί η προβληματική του κοινωνικού εκσυγχρονισμού (Μουσούρου , 2005).
Στις συνθήκες αυτές, οι σύγχρονοι άντρες και γυναίκες είναι υποχρεωμένοι να επανακαθορίσουν σε προσωπική βάση και επιλέγοντας διαφοροποιημένες/εξατομικευμένες λύσεις, τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου τους.
Είναι υποχρεωμένοι να ανακατανείμουν τους μεταξύ τους ρόλους και ιδιαίτερα την εξουσία ( που παραδοσιακά έχουν οι άντρες )και την δύναμη (που παραδοσιακά κυρίως διαχειρίζονται οι γυναίκες),(Τσαούσης , 1984),προκειμένου να οικοδομηθούν νέες ισορροπίες, που δεν είναι πια δεδομένες στον θεσμό.
Η σημερινή συνύπαρξη πολλών διαφορετικών γενεών στο πλαίσιο μιας οικογένειας, δημιουργεί μια νέα οικογενειακή πραγματικότητα, που επηρεάζει τις προαναφερθείσες δομικές αλλαγές.
Η ουσία του ανθρώπινου είναι: Η ύπαρξη που σκέφτεται, επιλέγει, βιώνει και σχετίζεται με τον κόσμο, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της ζωής της.
Ο Βασιλείου (1966) υποστηρίζει ότι για να κατανοήσουμε μια συγκεκριμένη οικογένεια και τον τρόπο που λειτουργεί είναι απαραίτητο να μελετήσουμε στοιχεία από το συγκεκριμένο πολιτισμικό της πλαίσιο και την ιδιαίτερη κουλτούρα της .
Στην Ελλάδα μέσα σε δύο έως τρεις δεκαετίες περνάμε σχεδόν αστραπιαία από τον αγροτικό τρόπο ζωής στο μεταβιομηχανικό στάδιο ανάπτυξης της κοινωνίας , ένα στάδιο που χαρακτηρίστηκε «αρχή της εποχής της πληροφορικής».
Ο Βασιλείου(1980) αναφέρει χαρακτηριστικά ότι συγκεκριμένες «διεργασίες(οικονομικές πολιτικές, πολιτιστικές, ψυχοκοινωνικές) τις οποίες η Κατάκη (1998), συνδέει με τρεις διαδοχικές ιστορικές περιόδους, αγροτική, βιομηχανική, μεταβιομηχανική, σε άλλες δυτικές κοινωνίες και χώρες διήρκεσαν περίπου εκατό πενήντα χρόνια, στην Ελλάδα συμπτύχθηκαν σε χρόνο ρεκόρ».
Οι ραγδαίες αυτές μεταβολές (μέχρι την έλευση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης)επηρέασαν, αλλά και αντικατοπτρίζονται, στην αύξηση του κατά κεφαλήν ετήσιου εισοδήματος, την ραγδαία αύξηση απόκτησης καταναλωτικών αγαθών και την συσσώρευση πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα, κυρίως στην Αθήνα.
Στις μικρές κοινότητες που ζούσε παραδοσιακά το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, με την βοήθεια της γεωγραφίας του χώρου, αναπτύσσονταν κοινοί στόχοι, κοινοί σκοποί, ξεκάθαρες κοινές αξίες, που με την λειτουργική συμπληρωματικότητα των ρόλων , οργανωνόταν η σταθερή και ταυτόχρονα οικογενειακή δομή που ανταποκρινόταν στις λειτουργικές διεργασίες που συντελούνταν. Η μετανάστευση στο εσωτερικό, αλλά και στο εξωτερικό αποτελεί για τον ελληνικό χώρο φαινόμενο που παρατηρείται από την αρχαιότητα έως και το πρώτο μισό του 20ου αιώνα.
Η συχνότητα και η έκταση του φαινομένου τα νεότερα χρόνια αφορά την κοινωνική προαγωγή που αντανακλά σε ολόκληρη την οικογένεια. Ο πληθυσμός της υπαίθρου είναι έτοιμος να επωμιστεί οικονομικές θυσίες προκειμένου να οργανώσει την μετάβαση των παιδιών από το χωριό στην πόλη προετοιμάζοντας το κοινωνικό άλμα, μια διαδικασία που έδενε περαιτέρω τα μέλη της οικογένειας στον κοινό στόχο, αντί να τα αποξενώσει ( Τσουκαλάς, 1977).
Στις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες, η αντίληψη της αλληλεξάρτησης στο πλαίσιο της οικογένειας και της κοινωνίας αλλάζει μορφή, κάτω από το βάρος των ραγδαίων αλλαγών και της βασικής επιδίωξης του ατόμου να επιβιώσει ψυχοκοινωνικά.
Το βασικό δίλημμα που διατυπώνεται στις νέες συνθήκες αφορά την «ατομική πορεία», σε αντιδιαστολή με την «συλλογικότητα».
Οι απαντήσεις δεν δίνονται εύκολα , ενώ όσο η τάση της εποχής μάς ωθεί στο πρώτο, τόσο τα ζωντανά βιώματα του παρελθόντος μας δένουν με το δεύτερο.
Από την άλλη γονική συμμαχία είναι ο βαθμός και η ποιότητα συγχρονισμού των συζύγων σχετικά με τον γονικό τους ρόλο (Minuchin, 1974).
Αφορά την ικανότητα τους να μοιράζονται τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις που έχουν να κάνουν με την ανατροφή και την φροντίδα του παιδιού.
Συνεπώς το πολιτισμικό πλαίσιο εντός του οποίου ζει και αναπτύσσεται o άνθρωπος και οι ομάδες του, μπορεί να επηρεάζει διακριτικά αλλά σε βάθος την προσωπικότητα του προσώπου, αφού καθορίζει το ρόλο του μέσα στην κοινωνία, τους αποδεκτούς τρόπους έκφρασης των συναισθημάτων, τις διαπροσωπικές μας σχέσεις, τη στάση μας απέναντι στη ζωή και το θάνατο κ.α. Έτσι η αμεσότερη και πληρέστερη διάγνωση των ανθρώπινων δυσλειτουργιών έγκειται στην εξέταση τους μέσα στο συνολικό τους πλαίσιο(Βασιλείου & Βασιλείου,1983).
Στο βιβλίο της Χάρις Κατάκη, «Οι τρεις ταυτότητες της ελληνικής οικογένειας», πολλά ερωτηματικά απαντήθηκαν γύρω από το «μυστήριο» της ελληνικής οικογένειας και της συνύπαρξης των τριών διαφορετικών μορφών της.
Πόσες διαφορετικές αξίες και συστήματα συνυπάρχουν γύρω από την έννοια της ελληνικής οικογένειας. Παππούδες και γιαγιάδες γεννημένοι στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, γονείς και θείοι που έζησαν ως «γενιά του Πολυτεχνείου» ή «Παιδιά των Λουλουδιών», τα παιδιά τους γεννημένα τη δεκαετία του 80, αλλά και αργότερα.
Ο Γιώργος Βασιλείου εστιάζει την προσοχή μας στο Ελληνικό, ιστορικό, πολιτιστικό πλαίσιο και αναφέρει με νόημα: Αυτό που περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση στον ελλαδικό χώρο είναι το γεγονός ότι έχει περιπέσει από την κατάσταση μιας «νόθας αστικοποίησης» σε μια διεργασία «εκσυγχρονισμού» (modernization process) που ή είναι άσχετη με τις υπάρχουσες ανάγκες ή είναι και διαμετρικά αντίθετη.
Δανεισμένα μοντέλα που εφαρμόζονται ατροποποίητα, για να καλύψουν ανάγκες που δεν είναι για να υπηρετήσουν τον άνθρωπο αλλά για να συνεχίζουν τις ανταγωνιστικές εκμεταλλευτικές σχέσεις, έχουν δημιουργήσει την παραμορφωμένη, παράπλευρη, αντίθετη με τις αληθινές ανάγκες του ανθρώπου «ανάπτυξη» που βλέπουμε, μια παρανάπτυξη(ίσως υπανάπτυξη?).
Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε αποδιοργανωμένη πολυπλοκότητα, σε γενικευμένες δηλαδή δυσλειτουργικές καταστάσεις. Ακόμα και το Σύστημα που είχε το ρυθμιστικό ρόλο μιας συμπεριφοράς που ήταν συνεργατική, τουλάχιστον μέσα στα στενά του όρια, δηλαδή ο «ο κύκλος των δικών», αρχίζει να ατονεί λειτουργικά και μορφολογικά.
Έτσι, το άτομο βρίσκεται, σε πολλές περιστάσεις, να λειτουργεί ψυχοκοινωνικά έξω από τα πλαίσια και αυτής ακόμα της ομάδας.
Άρα, μέσα στον ελλαδικό χώρο, αρχίζουμε να έχουμε (α) στόχους και δεοντολογία ομαδικούς (του ingroup) και (β) στόχους και δεοντολογία ατομικούς, που δε βρίσκονται σε συναλλαγή.
Αλλά, όπως έχουμε δει, όταν καταργηθεί η συναλλαγή του ανθρώπου με την ομάδα (και στην περίπτωσή μας τον «κύκλο των δικών»), αποκλείεται η αδιατάρακτη ανέλιξη της διαφοροποίησής του.
Αν συμβεί αυτό, δεν μπορεί να υπάρξει φυσικά η σπειροειδής ανέλιξη στην αυξανόμενα οργανωμένη συμπλοκότητα, που θα δώσει λειτουργικότητα σε όλη την κλίμακα, άτομα, οικογένειες, ομάδες –μικρές και μεγάλες- και κοινωνία.
Η κατάσταση αυτή δημιουργεί αυξανόμενη δυσλειτουργία στις μικρές και μεγαλύτερες ομάδες όπου ζει και εργάζεται το άτομο και, φυσικά, στο κοινωνικό του σύνολο.
Όπως περιγράφει αναλυτικά στο βιβλίο της, η Χ. Κατάκη, η ελληνική οικογένεια ξεκινά από την παραδοσιακή οικογένεια, η οποία ζούσε συνήθως στην επαρχία και τα άτομα που την αποτελούσαν είχαν ως κοινό στόχο την επιβίωση. Αυτό δημιούργησε μια πιο συλλογική και αλληλεξαρτώμενη μορφή οικογένειας, η οποία ενωμένη πάλευε καθημερινά για τις βασικές της ανάγκες.
Οι υποχρεώσεις είχαν τελείως διαφορετική χροιά και η θυσία των ατομικών αναγκών στόχευε στην ικανοποίηση των αναγκών της ομάδας. Ο παππούς και η γιαγιά, δύσκολα θα καταλάβουν πως γίνεται να μη βάζεις μπροστά και πάνω από όλα την οικογένεια, πως μπορείς να σκέφτεσαι τις προσωπικές σου ανάγκες και όχι των δικών σου, πως μπορείς να μην θες να κάνεις οικογένεια.
Στη συνέχεια αρκετοί άνθρωποι «μεταφέρονται» στον αστικό ιστό. Η αστική οικογένεια, ονομάζεται και πυρηνική οικογένεια και έχει μοναδικό της στόχο τη γέννηση και ανατροφή του παιδιού. Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από το παιδί και έτσι δημιουργείται μια παιδοκεντρική μορφή οικογένειας. Αυτό ίσως απαντά στο ερώτημα του γιατί αρκετές φορές εκφράζουμε μια αίσθηση καταπίεσης, η οποία μπορεί να σχετίζεται με τη θέση που είχαμε ως παιδιά στην οικογένεια.
Οι γονείς θυσιάζονται για τα παιδιά, το ζευγάρι χάνεται για να εκπληρωθεί ο στόχος του να γίνει το παιδί τους «χρήσιμος άνθρωπος στην κοινωνία». Αν το καλοσκεφτούμε δεν είναι και τόσο παράλογη αυτή η μετάβαση, μιας και οι ανάγκες επιβίωσης που είχε η παραδοσιακή οικογένεια, έχουν λυθεί και τώρα αυτό που απασχολεί είναι οι ψυχολογικές ανάγκες (υποστήριξη, παραδοχή, ανθρώπινη παρουσία).
Ο πατέρας προσπαθεί να ικανοποιήσει τις υλικές ανάγκες της οικογένειας, οπότε λείπει από το σπίτι αρκετά, γεγονός το οποίο ούτε η γυναίκα του, αλλά ούτε και τα παιδιά του καταλαβαίνουν, μιας και έχουν ανάγκη την παρουσία του. Η γυναίκα αισθάνεται μόνη και αποξενωμένη, εφόσον χρειάζεται να μένει στο σπίτι μεγαλώνοντας τα παιδιά και κάνοντας δουλειές.
Ωστόσο τα παιδιά, έχουν φορτωθεί το τίμημα της «επιτυχίας» (π.χ να επιτύχουν στο σχολείο) για να ικανοποιηθεί όλη η οικογένεια. Αν επιτύχουν και φύγουν από το σπίτι για σπουδές, προδίδουν την οικογένεια, ενώ αν αποτύχουν, βιώνουν αυτή την αποτυχία ως προσωπική.
Τέλος, υπάρχει και μια τρίτη γενιά, οι πιο νέοι, οι οποίοι θεωρούν πολύ σημαντική τη σχέση του ζευγαριού. Πιστεύουν πως αν αυτή η σχέση δεν έχει γερά θεμέλια, δεν έχει νόημα, η δημιουργία οικογένειας. Ίσως αυτή είναι η μορφή της μελλοντικής οικογένειας – το ζευγάρι. Αυτοί οι νέοι προερχόμενοι από παιδοκεντρικές οικογένειες, αρνούνται να δημιουργήσουν παρόμοιες, μιας και έχουν βιώσει τις αρνητικές συνέπειες της. Ο διάλογος, η επικοινωνία, η ειλικρίνεια και η συναισθηματική συμμετοχή είναι μερικά από τα ζητούμενα της σχέσης, βασικά εργαλεία για τη δημιουργία μιας υγιούς οικογένειας.
Έχοντας όλα αυτά κάπου στην άκρη του μυαλού μας, μπορούμε να αισθανθούμε πόσο διαφορετικοί είμαστε.
Ίσως έτσι αποδεχτούμε όσα λέγονται και μας ακούγονται «περίεργα» και «εξοργιστικά». Ίσως έτσι καταλάβουμε όλα αυτά τα διαφορετικά συστήματα, τις διαφορετικές αξίες και τις διαφορετικές οπτικές που έχει ο καθένας. Ίσως κατανοήσουμε βαθύτερα τις πολύ γρήγορες αλλαγές που έχει υποστεί η ελληνική οικογένεια και η ευρύτερη κοινωνία, σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα.
Από την άλλη, ο ίδιος ο Γ. Βασιλείου(1982) τόνιζε με νόημα: Ακολουθούμε μια Διαλεκτική-Συστημική προσέγγιση. Διαλεκτική, καθώς συντάσσεται με τη διαλεκτική της ζωντανής διεργασίας, και Συστημική καθώς αναφέρεται στον Άνθρωπο και το υπερ-σύστημα του, την Οικογένεια ως ζωντανό σύστημα, με όρια που βρίσκονται σε άνοιγμα/κλείσιμο, ανοτροπικό, με δυνατότητα επεξεργασίας πληροφοριών, επίλυσης προβλημάτων, λήψης αποφάσεων, δόμησης ορίων (αυτο-ρυθμιζόμενα, αυτο-περιγραφόμενα, αυτο-διαλυόμενα όρια).
Αυτά τα συστήματα είναι το αποτέλεσμα διεργασιών οι οποίες, αλληλοεξαρτώμενες και αλληλοσχετιζόμενες, επιδρούν σε αμοιβαία, ταυτόχρονη μεταλλαγή μέσα στα όρια τους.
Βιολογικές, ψυχοκοινωνικές, κοινωνικοπολιτισμικές και οικονομικοκοινωνικές διαδικασίες, φτάνοντας σε μεγαλύτερη διαφοροποίηση, αλληλεπιδρούν και επιτρέπουν στο συνολικό σύστημα να πραγματοποιήσει την Ατομικοποίηση. Με τον τρόπο αυτόν, κάθε Άνθρωπος, κάθε μέλος της οικογένειας πραγματοποιεί την Ατομικοποίηση.
Όλα τα μέλη της οικογένειας, αλληλεπιδρώντας, στα πλαίσια των ορίων της οικογένειας, επιτρέπουν στο υπερ-σύστημα τους, την οικογένεια τους, να πετύχει αυξημένη διαφοροποίηση και η ίδια.
Συνεπείς με τα παραπάνω αποδίδουμε ύψιστη σημασία στην Ατομικοποίηση των μελών της θεραπευτικής ομάδας, κάτι που θα τους επιτρέψει να συνεχίσουν την ανοδική σπειροειδή τους πορεία σε επίπεδα μεγαλύτερης διαφοροποίησης. Με τον τρόπο αυτόν θα μπορέσουν να προσφέρουν στις οικογένειες που έρχονται για βοήθεια και καθοδήγηση ένα υποστηρικτικό, εκπαιδευτικό πλαίσιο.
Χρησιμοποιούμε πρωτίστως αναλογική επικοινωνία (Βασιλείου,1983), αφού έτσι διασφαλίζεται ο θεραπευτής ώστε να πετύχει:
α) Την ανάδυση της ζωντανής επικοινωνίας που είναι αναγκαία για να κατανοήσει τα επικρατούντα πρότυπα αλληλεπιδράσεων.
β) Τη δημιουργία ευκαιριών για αυτό-κατανόηση από τα μέλη της οικογένειας πάνω στη γραμμή του συμβολικού (με τον τρόπο αυτόν κινητοποιούνται για να προχωρήσουν προς το εφικτό και το επιθυμητό).
γ) Τη δυνατότητα τού να προσφέρει στην οικογένεια ευκαιρίες να αναδιατάξει τις αλληλεπιδράσεις της πιο λειτουργικά, διατηρώντας, έτσι, τη δημιουργία προτύπων μέσα από μια ρέουσα διεργασία, αλλά και τη ρέουσα διεργασία μέσα στη δημιουργία προτύπων (το fleiss-gleichgewicht).
Είναι σημαντικό να εστιάσουμε την προσοχή μας στη συνολική εικόνα, στο πλαίσιο μιας διαλεκτικής συστημικής προσέγγισης και στο γεγονός ότι από τα τρία πλαίσια άσκησης ηγεμονίας (το οικονομικό, το γεωπολιτικό-στρατιωτικό και το πολιτισμικό), το πολιτισμικό είναι εκείνο που παρέχει σ’ ένα ηγεμονικό καθεστώς την συλλογική νομιμοποίηση, η οποία του εξασφαλίζει την συναίνεση των πολιτών και των υπηκόων – και συνεπώς, την σχετική ιστορική του σταθερότητα.
Οι Βασικοί Ελληνικοί Κοινωνικοί Χαρακτήρες
Για το Ελληνικό Πολιτιστικό Σύστημα έχει υποστηριχτεί ότι παρουσιάστηκαν τέσσερα βασικές χαρακτηροδομές:
1. Του «Καθώς-Πρέπει»: με βασικά στοιχεία την ετερό-κατεύθυνση, την υποταγή, τον χαμαλαιοντισμό (δηλαδή μεταμορφισμό), την ανευθυνότητα και την αυταρχικότητα.
2. Του Ραγιά: με βασικά χαρακτηριστικά την παραδοσιακότητα, την δουλοπρέπεια, την υποταγή, την ανευθυνότητα και την αυταρχικότητα.
3. Του Κλέφτη(ή Αμαρτωλού): με βασικά στοιχεία την εσωτερική κατεύθυνση την Ανεξαρτησία, το να στηρίζεται στον εαυτό του, στο φιλότιμο και στις δυνάμεις του, στην Υπευθυνότητα και στον Ημι-αυταρχισμό. Και τέλος
4. Του Στοχαστή: με βασικά χαρακτηριστικά την κατεύθυνση από αρχές και αξίες, την Ανεξαρτησία/Αυτονομία, το να βασίζεται στον εαυτό του και στην συνέπεια λόγων και έργων, στην Υπευθυνότητα και στην Δημοκρατικότητα.
Το Ελληνικό Πολιτιστικό Σύστημα, Οικογένεια, Εκπαιδευτικό Σύστημα, Εργασία, Δομές και Θεσμοί Κοινωνίας, ποιόν Κοινωνικό Χαρακτήρα ενίσχυσε;
Ο Παναγιώτης Πολυχρονόπουλος στο δίτομο έργο του «Παιδεία και Πολιτική στην Ελλάδα» (1980)αναφέρει ότι το Ελληνικό Πολιτιστικό Σύστημα διαμόρφωσε τον Κοινωνικό Χαρακτήρα του «Καθώς-Πρέπει» και του Ραγιά, απωθώντας και βάζοντας στην άκρη και στο περιθώριο τον Κλέφτη και τον Στοχαστή (Πολυχρονόπουλος,1980,σελ.66 και 152).
Καταλήγοντας θα λέγαμε ότι η Συστημική Διαλεκτική προσέγγιση αποτελεί την αιχμή ενός ρεύματος σκέψης και πράξης πού από την δεκαετία του 1970 διαπερνά τις Επιστήμες του Ανθρώπου με κυρίαρχο στοιχείο το πρόταγμα ενός νέου Επιστημονικού Παραδείγματος, μιας Νέας Σύνθεσης, για την Ολιστική και Διεπιστημονική κατανόηση της πραγματικότητας.
Μία εναλλακτική πρόταση εξόδου από τα αδιέξοδα του κυρίαρχου μετά-νεωτερικού υποδείγματος, πιστεύουμε ότι αποτελεί η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΟΙΚΟ-ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ προσέγγιση που βασίζεται στην ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ του προσώπου και των σχέσεών του, στο ΟΡΑΜΑ των πολιτών και την ενδυνάμωση της ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ.
Το νέο αυτό υπόδειγμα στηρίζεται επίσης και σε ένα συνθετικό, διεπιστημονικό & ενοποιητικό μοντέλο για τον Άνθρωπο και τις Ομάδες του, στα πλαίσια της ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ.
Ο άνθρωπος είναι μια σύνθεση, ενότητα της βιολογικής και της κοινωνικής του φύσης, συνδυασμός της ατομικότητας, που εμπεριέχει είτε την ανταγωνιστικότητα ή την συνεργατικότητα και την συλλογικότητα (ομαδικότητα).
H βαθιά συστημική, ριζική κοινωνική αλλαγή, προχωρά και ανελίσσεται μέσα από την αλλαγή στις δομές και τους θεσμούς, στις σχέσεις μας (με τους άλλους ), την αλλαγή μέσα μας και ιδανικά, χρειάζεται να γίνεται σε όλα τα επίπεδα, προκειμένου να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα της.
Χρειαζόμαστε Πρόσθεση, όχι αφαίρεση, πολλαπλασιασμό, και όχι διαίρεση….! Αυθορμητισμός είναι «η επαρκής αντίδραση σε μια νέα κατάσταση, ή μια καινούρια αντίδραση σε μια παλιά κατάσταση»!
Συνοψίζοντας:
Η Συστημική Διαλεκτική Προσέγγιση(ΣΔΠ) είναι ένα ενοποιητικό, φιλοσοφικό πλαίσιο εννοιών. Βασίζεται στον ολισμό και όχι στον αναγωγισμό, δηλαδή στη μελέτη ενός συστήματος αποκλειστικά με αναγωγή του στα δομικά του μέρη. Υιοθετεί μία σχεσιακή αντίληψη του κόσμου και προτείνει τη μετατόπιση της έννοιας της σκοπιμότητας από τα άτομα προς τα συστήματα στα οποία ανήκουν.
Η ΣΔΠ με την διεπιστημονική σύνθεση της έρχεται σε αντίθεση με την δογματική, μηχανιστική και διχοτομική παράδοση της μεταφυσικής φιλοσοφίας, που οδηγούσε πάντοτε στη σύλληψη δύο αντιτιθέμενων και ξεχωριστών πόλων, π.χ. υποκείμενο-αντικείμενο, άτομο-κοινωνία, σώμα-πνεύμα, εξωτερικό-εσωτερικό.
Η ΣΔΠ κατά τον Γ. Βασιλείου. «είναι το δημιούργημα, η καρποφορία της Νέας Επιστημολογίας, της Επιστημολογίας που ξεπερνά τους περιορισμούς της γραμμικής αιτιολογίας σχέσεων αιτίου – αιτιατού και διαμορφώνει σε αυξανόμενη έκταση την θεωρία της και την πρακτική της πάνω στην κυκλική αιτιολογία και σ’ ένα επίπεδο ανώτερης συμπλοκότητας στην συναλλακτική αιτιολογία».
Κατ’ επέκταση, «ολιστική θεώρηση της λειτουργικότητας και της δυσλειτουργικότητας του Ανθρώπου, είναι αυτή σύμφωνα με την οποία ο Άνθρωπος εκλαμβάνεται σαν το εξαγόμενο της συναλλαγής διεργασιών που είναι βιολογικές, ψυχοκοινωνικές, κοινωνικοπολιτιστικές και κοινωνικοοικονομικές».
Αναπτύσσει επομένως ένα πολυεπίπεδο και πολυεστιακό μοντέλο παρέμβασης, που θέτει στο επίκεντρο του το αυτό-ηγείσθαι των συστημάτων μέσα στο πλαίσιο ενός συνεργατικού σχετίζεσθαι, αξιοποιώντας και την έρευνα για την ιδιαιτερότητα του Πολιτισμικού πλαισίου.
Είναι ο τρόπος και η μέθοδος που καθοδηγεί τα ανθρώπινα συστήματα (άτομα, ομάδες, κοινότητες, οικογένειες και οργανισμούς), αλλά και τα μέλη τους, σε μία γόνιμη διαδικασία μάθησης και αλλαγής, ώστε να επιβιώνουν με περισσότερη συνεργασία-αρμονία, επιτυχία και υγεία.
Κατανοεί τα ατομικά προβλήματα ως συστημικά, βοηθώντας έτσι, ταυτόχρονα και τα άτομα και τα συστήματα.
Κάποια Συμπεράσματα
Έτσι εμείς κρίνουμε ότι χρειαζόμαστε ένα Νέο Επιστημονικό Παράδειγμα που θα στοχεύει στην κοινωνική αλλαγή, ένα νέο σχέδιο πολιτικής που να υπερασπίζεται και να διεκδικεί:
Συστημική, ολιστική θεώρηση της πραγματικότητας και συνειδητοποίηση της διαλεκτικής αλληλεξάρτησης σε όλα τα επίπεδα, σώματος-νου, σκέψης-δράσης, ατόμου-κοινωνίας, κοινωνίας και περιβάλλοντος.
Ευρεία και συνθετική αντίληψη του ανθρώπου ως Βιο-Ψυχο-Κοινωνική ενότητα σύμφωνα με την Συστημική Διαλεκτική Προσέγγιση, την υπαρξιακή-ανθρωπιστική ψυχολογία και την ανθρωπολογική, κοινωνιολογική ανάλυση.
Άνοιγμα στο διάλογο και στη συνάντηση με το διαφορετικό μέσω της επεξεργασίας αποτελεσματικών στρατηγικών συνύπαρξης και της συνέργειας.
Συνειδητοποίηση των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης στην καθημερινότητα όλων μας.
Εμπιστοσύνη στο δυναμικό της ανάπτυξης του ανθρώπου (ως πρόσωπο και μέλος ομάδας) και στη βασική του ελευθερία, δημιουργικότητα και υπευθυνότητα.
Ικανότητα επικοινωνίας και συναισθηματικής κατανόησης σε όλα τα επίπεδα και για όλους.
Ελεύθερη και ανεξάρτητη κριτική σκέψη, η οποία δεν θα παρασύρεται παθητικά από γενικεύσεις και συνθηματολογίες.
Αποδοχή όλων των διαφορετικών πολιτισμικών πλαισίων στον χώρο και τον χρόνο, χωρίς αποκλεισμούς ή προκαταλήψεις.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Γεώργας Δημήτριος,(1995), Κοινωνική ψυχολογία (τ.2) Δυναμική της ομάδας, συμμόρφωση, συνεργασία και ανταγωνισμός, ηγετικός ρόλος, ψυχολογία του περιβάλλοντος, εκδ. Ελληνικά Γράμματα.
Durkin James,(1981), Living Systems , Brunner/Mazel, New York.
Κατάκη, Χ. (1984). Οι τρεις ταυτότητες της Ελληνικής οικογένειας. Δ΄ έκδοση. Αθήνα: Κέδρος.
Λεχουρίτης Γιώργος, (2018), Κρίση και καθημερινή ζωή: Η ανάγκη ενός νέου παραδείγματος, Τετράδια Μαρξισμού, τεύχος 7, καλοκαίρι 2018.
Λεχουρίτης, Γιώργος,(2015), Νέο σχέδιο πολιτικής για την πρόληψη των εξαρτήσεων. Η ανάγκη ενός νέου παραδείγματος. Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο: http://prolipsiworkers.blogspot.gr/2015/06/ και στον Δρόμο της Αριστεράς.
Μουσούρου Λουκία,(2005), Οικογένεια και Οικογενειακή Πολιτική, Εκδόσεις: Gutenberg.
Minuchin, S. (1974). Families and Family Therapy. Cambridge MA: Harvard University Press.Έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά: Minuchin S. (2000). Οικογένειες και Οικογενειακή Θεραπεία (Επιμέλεια Φ. Αναγνωστόπουλος). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Πολυχρονόπουλος, Πάνος,(1980), Παιδεία και Πολιτική, εκδ. Καστανιώτης.
Τσουκαλάς, Κωνσταντίνος,(1977), Εξάρτηση και αναπαραγωγή : ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα, Αθήνα: Θεμέλιο.
Vassiliou, G. & V., «Anthropos as a System». Mediterranean Journal of Social Psychiatry, Vol. III, No 1, 1980. Δημοσιεύτηκε στα ελληνικά: Βασιλείου Γ., «Ο Άνθρωπος ως Σύστημα: Μία παρουσίαση για τον Παιδοψυχίατρο», στο: Τσιάντης, Μ., Μανωλόπουλος, Σ. (Επιμ.), Σύγχρονα Θέματα Παιδοψυχιατρικής, Τόμος Α’, Καστανιώτης, Αθήνα, 1987.
George A. Vassiliou and Vasso G. Vassiliou,(1982) Outlining a Systemic-Dialectic Approach to Family Functioning and Malfunctioning, The Individual and the Group, ed. by N. Pine and L. Rafaelsen, Plenum Press, New York.
George A. Vassiliou, M.D.,( 1983), Analogic Communication as a Means of Joining the Family Systems in Therapy, The International Journal of Family Psychiatry , Vol. 4, No. 3.
Vassiliou G, Vassiliou V,(1983),On Diogenes Search: Outline a Dialectic-Systemic Approach Concerning the Functioning of Anthropos and his Syprasystems. In Routledge M, Keagan P(ed)The Evolution of Group Analysis, London.
